Ανθολόγηση: Χέλμουτ Α. Νίντερλε, Ελισάβετ Έρλερ
Μετάφραση: Κατερίνα Λιάτζουρα
Πρόλογος: Χέλμουτ Α. Νίντερλε
**
Μάριο Κέσζνερ, Βόλφγκανγκ Μίλλενντορφερ, Μίχαελ Μπάισταϊνερ, Σοφί Ράιερ, Κρίστιαν Τάισσλ, Κατερίνα Τίβαλντ, Μαρλίς Τούσβαλντ, Κορνηλία Τράβνισεκ
Find the book here
Φυσικά και είναι μεγάλος ο πειρασμός το να ερμηνεύουμε ποιήματα, και σε αυτόν τον πειρασμό δεν υποκύπτουν μόνο οι αναγνώστες. Όμως, δεν θα όφειλε η ποίηση να μιλά από μόνη της; Κατ’ επανάληψη, τα ποιήματα θεωρούνται μια προσπάθεια αυτών που γράφουν να έρθουν σε διάλογο με τον προϋπάρχοντα κόσμο για να τον καταστήσουν πιο κατανοητό και πιο υποφερτό. Αυτοί οι ανιχνευτές της ασάφειας, που αποσκοπούν στην ανάκτηση της σαφήνειας, αποτελούν βοηθήματα για τους αναγνώστες. Επιπλέον, αποτελούν προτάσεις συλλογισμού για εκείνους που, παράλληλα με τη συνήθης κενολογία των μέσων μαζικής ενημέρωσης, ενδεχομένως και να περιμένουν να αντιτάξουν τα δικά τους επιχειρήματα ή να συμφωνήσουν με αυτή. Αυτή η συμφωνία υποδηλώνει πως δεν είναι μονάχοι τους με τις απόψεις τους. Η παραδοχή αυτή βρίσκει επιβεβαίωση κατά την ατομική αναζήτηση για γνώση. Κανείς δεν θα έπρεπε να προσδοκά περισσότερα από τη λογοτεχνία.
Κάθε γενιά, από το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και έπειτα, εξαναγκάστηκε να βρει τη δική της γλώσσα. Μια γλώσσα που ήταν και είναι σε θέση να συλλάβει καταλλήλως την εποχή με τα αναδυόμενα προβλήματά της, δίχως να την υποβάλλει σε περιορισμούς. Η γενιά των γερμανόφωνων συγγραφέων, μετά το 1945, βρέθηκε αντιμέτωπη με την πρόκληση να βρει λέξεις που θα μετέτρεπαν το αδιανόητο, και ό,τι περιφρόνησε τoν ανθρωπισμό, σε κάτι άξιο λόγου. Αυτονόητο είναι ότι ένας τέτοιος τρόμος δεν θα μπορούσε να λάβει μια και μοναδική λογοτεχνική ερμηνεία που θα ικανοποιούσε τους πάντες. Όμως και άλλες ενέργειες απανθρωπιάς, όπως διαπράχθηκαν από διάφορα ολοκληρωτικά καθεστώτα, αποζητούσαν μια λογοτεχνική έκφραση. Έπρεπε να ξεπεραστεί μια αφωνία που δημιουργήθηκε από τις διεξαχθείσες αυτές θηριωδίες.
Σήμερα οι προκλήσεις είναι άλλες. Μια από τις μεγαλύτερες είναι να μπορέσεις να εξακριβώσεις τι είναι αληθινό και τι ψεύτικο. Τα fake news δεν μας επιτρέπουν να διακρίνουμε την αλήθεια από το ψέμα που εσκεμμένα διαχέεται στον κόσμο. Ακόμη και αν παλαιότερα κανείς δεν είχε την ψευδαίσθηση ότι οι ειδήσεις από τις δικτατορίες εμπεριείχαν κάποιο βαθμό αλήθειας, το φαινόμενο σήμερα των fake news είναι εξαιρετικής ποιότητας και είναι στενά συνδεδεμένο με τη μεταστροφή της Ευρώπης προς μεταδημοκρατικές συνθήκες. Ναι μεν εξακολουθούν να διενεργούνται εκλογές, ωστόσο καμία από τις εκάστοτε πολιτικές ελίτ δεν θέλει να δει συρρικνωμένη την κατακτημένη πολιτική της δύναμη. Έχει εξαπλωθεί ένα είδος πολιτικού λόγου που εισέρρευσε σε όλες τις γλωσσικές εκφάνσεις της διαφήμισης, με αποτέλεσμα να συγχέονται επιπλέον τα όρια. Σε αναγνωρισμένες δημοκρατίες στήνονται βιτρίνες όπου ό,τι συμβαίνει εμπρός τους παρουσιάζεται ως δημοκρατικό και ό,τι συμβαίνει πίσω τους αποκρύπτεται και υπηρετεί κέντρα εξουσίας που δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τη Δημοκρατία. Εάν θέλαμε, αυτόν θα τον χαρακτηρίζαμε ψηφιακό φασισμό. Πρόκειται για μια απάνθρωπη πρακτική που εξυπηρετεί μηχανισμούς παρακολούθησης, την οποία δεν θα τολμούσαν ούτε καν να ονειρευτούν δικτατορίες που έχουν εξαφανιστεί πια από τον χάρτη. Σε αυτήν την πρακτική οι συγγραφείς δεν μπορούν να αντιτάξουν τίποτα άλλο, από το να προσπαθήσουν να διακρίνουν τη μιζέρια τους, και αυτή του συνανθρώπου τους, να την κατανοήσουν και να τη μετατρέψουν σε λόγια. Και για να μη θεωρηθούν κατά τη διένεξη αυτή χαμένοι, προσπαθούν να αναλύσουν τις δυστυχίες και να υπερασπιστούν τα ιστορικά κεκτημένα δικαιώματα για να αναπτύξουν ένα νέο μέλλον. Ένα μέλλον στο οποίο αφενός το όνειρο ενός παραδείσου, που επινοήθηκε από τον άνθρωπο, θεωρείται παραμύθι και αφετέρου κανείς στην πραγματικότητα δεν γεννήθηκε σε αυτήν την ποθητή υπέροχη κατάσταση. Ο Άρθουρ Σοπενχάουερ εξέφρασε συνοπτικά τη συγκεκριμένη κατάσταση με τις παρακάτω λέξεις:
Στην Αρκαδία γεννημένοι, όπως λέει και ο Σίλερ, είμαστε φυσικά όλοι μας: ερχόμαστε δηλαδή στον κόσμο αυτόν γεμάτοι απαιτήσεις για τύχη και απόλαυση και τρέφουμε την ανόητη ελπίδα να τις επιβάλλουμε. Κατά κανόνα, όμως, σύντομα έρχεται το πεπρωμένο, μας αντιμετωπίζει με αγριότητα και μας διδάσκει ότι τίποτα δεν είναι δικό μας, αλλά τα πάντα δικά του, ενώ έχει αδιαμφισβήτητο δικαίωμα όχι μόνο σε όλη μας την ιδιοκτησία και σε κάθε απόκτημα, αλλά και στη γυναίκα και το παιδί, όπως και στο χέρι και το πόδι, το μάτι και το αυτί, και ναι, και στη μύτη, εκεί, καταμεσής στο πρόσωπό μας. Οπωσδήποτε όμως έπειτα από λίγο καιρό έρχεται η εμπειρία και φέρνει τη διαπίστωση ότι η τύχη και η απόλαυση είναι μια Fata Morgana, που διακρίνεται μόνο από μακριά και εξαφανίζεται όταν πλησιάζεις. Ότι απεναντίας τα πάθη και ο πόνος ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, εκπροσωπούνται άμεσα από τον ίδιο τους τον εαυτό και δεν προσδοκούν καμία ψευδαίσθηση.
Διότι αυτός ο ψηφιακός φασισμός δεν δημιουργείται απλώς και μόνο από προδημοκρατικές δομές σε υποανάπτυκτες περιοχές, αλλά και σε χώρες με υψηλό επίπεδο ανάπτυξης. Αυτό ισχύει και για την Αυστρία. Ο φασισμός 2.0 είναι μια αντίδραση στην αποτυχία της Δημοκρατίας σε εποχές κρίσης. Εξουσιαστικές ελίτ επιτρέπουν να διενεργούνται εκλογές και δημοψηφίσματα για να εμφυτεύουν «καθοδηγούμενες» ή «ανελεύθερες» Δημοκρατίες. Ο νέος φασισμός κρύβεται πίσω από ψευτοδημοκρατικές φόρμες που ευνοούν δυο αλληλοσυμπληρούμενα φαινόμενα: την πρόθυμη αυτοστέρηση του ενός και των πολλών, και την αυτοκαταστροφή των δημοκρατικών θεσμών με τα ίδια τους τα μέσα.
Λαμβάνοντας υπόψη αυτούς τους συλλογισμούς, από τη μία εμφανίζεται η προκείμενη επιλογή των ποιημάτων -ποιητών της νεότερης γενιάς της Αυστρίας- σαν αλάρμ που αναβοσβήνει μπρος σε ένα πολιτικό σύστημα που, καμουφλαρισμένο ως ελεύθερο, πρεσβεύει έναν χαρακτήρα καταπίεσης.
Από την άλλη, πρόκειται για ένα λογοτεχνικό ξεκίνημα που οδηγεί σε μία πνευματική διάσταση που τη σχεδιάζει και τη σημαδεύει. Τα συγκεκριμένα ποιήματα δεν είναι επιπόλαια αντιστασιακά, αλλά προσπαθούν με τη στοχευμένη επιλογή των λέξεων να αφυπνίσουν. Τα συγκεκριμένα ποιήματα είναι συνδεδεμένα με την αυτονομία του ανθρώπου, την αυτοπραγμάτωση και την ελευθερία του, και οτιδήποτε συσχετίζεται με τις έννοιες αυτές.
Χέλμουτ Α. Νίντερλε